του Παναγιώτη Στάθη
Και εγένετο η Δικαστική αστυνομία. Μια εξαγγελία που έγινε για πρώτη φορά πριν από σχεδόν 30 χρόνια και έμεινε στα χαρτιά από τότε, έχει ήδη πάρει την έγκριση από το υπουργικό συμβούλιο και αναμένεται να είναι στις… επάλξεις μέσα στο καλοκαίρι.
Μάλιστα σύμφωνα με τον υπουργό Δικαιοσύνης Κώστα Τσιάρα, θα έχει ψηφιστεί εντός του Ιουνίου : “Μέσα στο πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους το νομοσχέδιο για τη σύσταση της Δικαστικής Αστυνομίας αναμένεται να έχει γίνει νόμος του κράτους. Από εκεί και πέρα, απαιτείται μια σειρά αποφάσεων δευτερογενούς νομοθεσίας που θα καταστήσουν τον νόμο λειτουργικό και θα έχουν ολοκληρωθεί έως το τέλος του έτους για να ακολουθήσει η σταδιακή στελέχωση του νέου Σώματος, που θα συμβάλει ποικιλοτρόπως στην επιτάχυνση απονομής της δικαιοσύνης”( Ελεύθερος Τύπος).
Τι είναι
Η δικαστική αστυνομία θα είναι ένα νέο αυτοτελές Σώμα, που θα υπάγεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και θα στελεχώνεται τόσο από ένστολο όσο και από πολιτικό-επιστημονικό προσωπικό.
Το νέο αυτό Σώμα θεωρείται ότι θα συμβάλλει ουσιαστικά στην ταχεία και αποτελεσματική απονομή της Δικαιοσύνης, αφού θα περιλαμβάνει επιστήμονες ειδικευμένους σε κρίσιμους τομείς, οι οποίοι θα παρέχουν γρήγορα και με υπευθυνότητα τις εξειδικευμένες επιστημονικές γνώσεις τους σε ζητήματα επί εκκρεμών δικών, επικουρώντας ουσιαστικά τους δικαστές και τους εισαγγελείς στο έργο τους.
Παράλληλα, αναμένεται να διασφαλίσει την αυτονομία της Δικαιοσύνης ως προς την φύλαξη των δικαστικών μεγάρων και την εκτέλεση των εκκρεμών ποινικών καταδικαστικών αποφάσεων, απελευθερώνοντας πολύτιμους ανθρώπινους πόρους για την Ελληνική Αστυνομία.
Η πρώτη σύλληψη της ιδέας
Η δικαστική αστυνομία έχει καθιερωθεί σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και όχι μόνο, καθώς αποτελεί παγκόσμια πρακτική. Συγκεκριμένα, δικαστική αστυνομία λειτουργεί και είναι ενεργή, σε πολλές χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Ισπανία, η Ολλανδία και το Βέλγιο.
Η ίδρυση της Δικαστικής Αστυνομίας, στοχεύει στο να συμβάλλει στην βελτίωση των όρων και των συνθηκών απονομής της Δικαιοσύνης, τόσο για τους πολίτες όσο και για τους λειτουργούς (δικαστές, εισαγγελείς και δικηγόρους) και τους δικαστικούς υπαλλήλους, να επιταχύνει ουσιαστικά την έκδοση των αποφάσεων, να εξοικονομήσει πόρους και να αυξήσει τα έσοδα του δημοσίου από την εκτέλεση ποινικών αποφάσεων, που πολλές φορές παραμένουν ανεκτέλεστες για χρόνια.
Η πρώτη ανακοίνωση του θεσμού είχε γίνει το 1993 επί κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Σχεδόν τρεις δεκαετίες μετά το σώμα δεν έχει λειτουργήσει, αλλά με τη νέα νομοθετική παρέμβαση Τσιάρα αναμένεται σύντομα να πάρει σάρκα και οστά.
Με την ενεργοποίησή του θα ικανοποιηθούν δύο πάγια αιτήματα του δικαστικού συστήματος, αφενός η μείωση του διοικητικού φόρτου, αφετέρου η φύλαξη και η διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των δικαστικών αιθουσών, αποδεσμεύοντας παράλληλα προσωπικό της ΕΛΑΣ.
Χωριστό Σώμα
Η Δικαστική αστυνομία θα είναι ένα χωριστό σώμα από τους δικαστικούς υπαλλήλους. Με την ίδρυση του πολιτικού κλάδου της Δικαστικής Αστυνομίας επιλύεται το πρόβλημα άντλησης εξειδικευμένων επιστημονικών γνώσεων επί ζητημάτων που αφορούν εκκρεμείς ενώπιον των δικαστηρίων υποθέσεις και συνδρομής των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών.
Σύνθετα οικονομικά και τραπεζικά ζητήματα, χρηματιστηριακές συναλλαγές, ηλεκτρονικές απάτες, ιατρικά θέματα, μετάφραση και διερμηνεία στην επικοινωνία με αλλοδαπές Αρχές ή αλλοδαπούς διαδίκους, είναι μερικά από τα ζητήματα που θα συνδράμουν δικαστές και εισαγγελείς .
Προανακρίσεις
Σημαντική καινοτομία του νομοσχεδίου αποτελεί η πρόβλεψη κλάδου νομικών επιστημόνων με αντικείμενο τη διενέργεια προανακρίσεων και προκαταρκτικών εξετάσεων η οποία αναμένεται να επιταχύνει ουσιαστικά την ποινική δίκη, τόσο κατά την προδικασία, όσο και συνολικά.
Παράλληλα θα αναλάβει την εκτέλεση χιλιάδων εκκρεμών ποινικών καταδικαστικών αποφάσεων (το ένστολο τμήμα) υπό την άμεση επίβλεψη και έλεγχο των αρμόδιων εισαγγελικών λειτουργών. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται αύξηση των αντίστοιχων εσόδων του Δημοσίου με σημαντικά ποσά.
Παράλληλα το ένστολο της Δικαστικής Αστυνομίας θα μπορεί να συνδράμει στο πρόβλημα της ασφαλούς λειτουργίας των δικαστηρίων, και αυτό θα εξασφαλίσει στοχευμένη και άρα αποτελεσματικότερη χρήση του ανθρώπινου δυναμικού, που δεν εξασφαλίζεται με το υπάρχον σύστημα φύλαξης των δικαστηρίων από στελέχη της ΕΛ.ΑΣ.