Μια εικόνα χίλιες λέξεις, λέει χρόνια τώρα ο κόσμος όλος. Αλλά μια εικόνα πόσες αναμνήσεις; Χιλιάδες, γιατί η μία μνήμη φέρνει την άλλη και το κουβάρι ξετυλίγεται και σταματημό δεν έχει.
Η εικόνα της γιαγιάς που καθώς πλησιάζει το Πάσχα, ασπρίζει την αυλή της, σήμερα, στον 21ο αιώνα, διατηρώντας αλώβητη μια πρακτική που χρονολογείται στην Ευρώπη από τον Μεσαίωνα, δεν μπορεί παρά να φέρνει χιλιάδες αναμνήσεις.
Αυτές τις μέρες κάνει τον γύρο των social media μια φωτογραφία με μια ηλικιωμένη να ασβεστώνει την αυλή στο χωριό. Κάποτε ήταν συνήθης πρακτική. Σε όλη την ελληνική επαρχία, όπου ακόμα επιβιώνει, αλλά και στις γειτονιές της Αθήνας, όπου κάποτε άσπριζαν τα πεζοδρόμια και τις αυλές στις συνοικίες έξω από το τσιμεντένιο κέντρο.
Το άσπρο, είναι το χρώμα που αντανακλά περισσότερο από κάθε άλλο το φως. Το χρώμα που σκορπίζει το φως απλόχερα. Που κάνει τον τόπο πιο φωτεινό, αλλά και πιο δροσερό. Αυτό το χρώμα, στην Ελλάδα είναι συνδεδεμένο με την πρακτική του ασβεστώματος. Τα στενά δρομάκια στις συνοικίες δείχνουν μεγαλύτερα, όταν είναι ασπρισμένα. Αποπνέουν μια λάμψη και μαζί της μιαν αίσθηση καθαριότητας.
Ο ασβέστης κάποτε, εθεωρείτο απολυμαντικό. Πριν διαδοθεί η χλωρίνη. Και η μυρωδιά του ήταν χορταστική, τουλάχιστον για όσα παιδιά την έζησαν, τότε που οι μεγαλύτεροι έπαιρναν την μπατανόβουρτσα και άσπριζαν. Στην Ευρώπη υιοθετήθηκε σε μεγάλο βαθμό σε μια προσπάθεια να περιοριστούν μέσα στα χρόνια, οι επιδημίες που από καιρό σε καιρό μεταδίδονταν, την εποχή που η ιατρική ήταν ακόμα περιορισμένη. Ας μην ξεχνάμε ότι τα αντιβιοτικά βρέθηκαν λίγο πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα, το άσπρο, συνδυασμένο με το μπλε, εκτός από χρώματα της σημαίας, είναι τα χρώματα του Αιγαίου και των νησιών του. Του Αιγαίου που ύμνησε ο Ελύτης και τόσοι άλλοι ποιητές. Το ασβέστωμα τοίχων, αυλών και πεζοδρομίων, στους ανθρώπους της πόλης θυμίζει την ελληνική επαρχία που είναι σχεδόν άρρηκτα δεμένη με τις διακοπές. Διακοπές χριστουγεννιάτικες, πασχαλινές ή καλοκαιρινές. Όταν η Ελλάδα γιορτάζει ασβεστώνει. Φτιάχνει την εικόνα της. Βάζει τα καλά της.
Η χώρα μας δεν ξέφυγε από την πεπατημένη της Ευρώπης. Όταν περί το 1928 ξέσπασε στην χώρα επιδημία δάγκειου πυρετού, το ασβέστωμα έγινε πιο συνήθης πρακτική, ως προσπάθεια απολύμανσης και αποτροπής εξάπλωσης της αρρώστιας. Γιατί εκείνη την εποχή ήταν πολλές οι αρρώστιες. Στη δικτατορία του Μεταξά το ασβέστωμα έγινε υποχρεωτικό. Η τότε Χωροφυλακή ανέλαβε να επιβλέψει την εφαρμογή του μέτρου, πίσω από το οποίο δεν έλειπαν οι πολιτικές σκοπιμότητες. Η ομοιομορφία.
Η Φρειδερίκη και η χούντα του 1967
Μετά τον πόλεμο, πολλά νοικοκυριά κράτησαν το ασβέστωμα ως πρακτική συνήθεια που κρατούσε τα σπίτια πιο καθαρά. Και τότε ακόμα, η φυματίωση ήταν διαδεδομένη στην Ελλάδα. Στην δεκαετία του 1950 το ασβέστωμα συνεχίστηκε ως «ντιρεκτίβα» από τα Ανάκτορα. Η βασίλισσα Φρειδερίκη φέρεται να εισηγήθηκε στον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή να διατηρηθεί το άσπρο μπλε στα νησιά. Λέγεται ότι το έκανε γιατί οι κοσμικοί φίλοι της είχαν μείνει ενθουσιασμένοι από την εικόνα των ασβεστωμένων σπιτιών στο Αιγαίο (βασικά στη Μύκονο) με τις μπλε πινελιές. Η βασίλισσα θεώρησε το άσπρο καλή ιδέα για την ενίσχυση του τουρισμού και το εισηγήθηκε στον πρωθυπουργό.
Στα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν, η χούντα των συνταγματαρχών το επέβαλε. Μάλιστα, στις διατάξεις που προέβλεπαν τότε ότι θα είναι υποχρεωτικώς άσπρα τα σπίτια στην νησιωτική χώρα και βασικά στο Αιγαίο, περιγράφεται ακόμα ένας λόγος για άσπρισμα. Η ομοιομορφία. Ύστερα από τόσα χρόνια ασβεστώματος, σήμερα το ασβέστωμα είναι μια βαθιά ριζωμένη παράδοση που εξυπηρετεί πολλούς σκοπούς: Καλαισθησία, παράδοση, φως, δροσιά, καθαριότητα.