Financial Times για Ελλάδα: Η φτωχότερη χώρα στην Ευρωζώνη, παρά την ισχυρή ανάπτυξη
«Eλληνικό παράδοξο» – Ισχυρή ανάπτυξη, αλλά οι Έλληνες φτωχαίνουν όπως σημειώνουν οι FT.
Το ελληνικό παράδοξο της εντυπωσιακής ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, την ώρα που οι Έλληνες φτωχαίνουν, εξετάζουν οι Financial Times, παραθέτοντας δείκτες και στοιχεία που αποδεικνύουν πως η πληγή στην ελληνική κοινωνία είναι ανοιχτή, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Πράγματι, η ελληνική οικονομία πετυχαίνει θετικές επιδόσεις μεταξύ των καλύτερων στην ΕΕ, ξεκινά το άρθρο των Financial Times, επισημαίνοντας όμως το παράδοξο: Την ίδια ώρα που η χώρα καταγράφει πράγματι μεταξύ των καλύτερων πρόσφατων επιδόσεων στην Ευρωζώνη, έχει γίνει και η φτωχότερη μεταξύ αυτών.
Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 2% το 2023, την ίδια που στη Γερμανία καταγράφεται συρρίκνωση κατά 0,3%. Από το 2019, πριν από την πανδημία, η χώρα είχε ρυθμούς ανάπτυξης σχεδόν διπλάσιους σε σχέση με την Ευρωζώνη. Την περασμένη εβδομάδα, το ΔΝΤ ανέφερε ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 2% και φέτος και θα συνεχίσει να ξεπερνά τον μέσο ρυθμό ανάπτυξης της Ευρωζώνης για τα επόμενα δύο χρόνια.
Financial Times: Η Ελλάδα σύντομα θα είναι η φτωχότερη χώρα στην ΕΕ
Η πρόσφατη ανάκαμψη στην Ελλάδα, όμως, έχει μόλις ελαφρώς ανεβάσει το βιοτικό επίπεδο στη χώρα σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ τα τελευταία δύο χρόνια – και όχι αρκετά για να απομακρυνθεί η χώρα από την τελευταία θέση, με τους φτωχότερους κατοίκους στην Ευρωζώνη, επισημαίνουν οι Financial Times και συνεχίζουν τονίζοντας πως αυτή η κατάσταση είναι καινούρια για τους Έλληνες, που μέχρι το 2009, είχαν κατά κεφαλήν ΑΕΠ κοντά στον μέσο όρο της ΕΕ. Από τότε, 10 χώρες έχουν δει το βιοτικό τους επίπεδο να αυξάνεται πάνω από αυτό στην Ελλάδα, αφήνοντάς την τη δεύτερη φτωχότερη στην ΕΕ μετά τη Βουλγαρία, και τη φτωχότερη χώρα στην Ευρωζώνη, δηλαδή μεταξύ των χωρών της ΕΕ που έχουν υιοθετήσει το ευρώ. «Καθώς το χάσμα με τη Βουλγαρία μειώνεται απότομα, δεν είναι παράλογο να περιμένουμε ότι η Ελλάδα θα γίνει σύντομα η φτωχότερη χώρα της ΕΕ», γράφει το δημοσίευμα των Financial Times.
«Πώς συμβιβάζονται αυτές οι αντίθετες ιστορίες ισχυρής ανάκαμψης και φτώχειας;», αναρωτιέται το άρθρο για να εξηγήσει πως η απάντηση βρίσκεται στον απόηχο της οικονομικής κρίσης και της λιτότητας που ακολούθησε το 2010. Οι δαπάνες περικόπηκαν και οι φόροι αυξήθηκαν για να εξασφαλιστεί η διάσωση από το ΔΝΤ και την ΕΕ, συμπιέζοντας επιχειρήσεις και νοικοκυριά και κατεδαφίζοντας την οικονομία. Η έκταση της οικονομικής ζημιάς ήταν πρωτοφανής για καιρό ειρήνης.
Η ελληνική οικονομία συρρικνώθηκε σχεδόν κατά 30% από την κορυφή προς τα μεσαία στρώματα. Το 2016, οι καταναλωτικές δαπάνες μειώθηκαν κατά 24% σε σχέση με το 2007, οι κρατικές δαπάνες μειώθηκαν κατά 20% και οι επενδύσεις μειώθηκαν κατακόρυφα κατά 65%. Την ίδια περίοδο, η μεταποιητική δραστηριότητα μειώθηκε σχεδόν στο μισό, το λιανικό εμπόριο και η επαγγελματική δραστηριότητα συρρικνώθηκαν σχεδόν κατά το ένα τρίτο. Η ανεργία εκτοξεύτηκε στο ιστορικό υψηλό σχεδόν 30%. Ως αποτέλεσμα, η ελληνική οικονομία είναι σήμερα περίπου 19% μικρότερη από ό,τι το 2007 – παρά την ισχυρή ανάκαμψη της χώρας μετά την πανδημία – ενώ η οικονομία της ΕΕ στο σύνολό της έχει αυξηθεί κατά 17%.
Το οικονομικό χτύπημα είναι σχεδόν άνευ προηγουμένου στη σύγχρονη εποχή, συγκρίσιμο μόνο με τη Μεγάλη Ύφεση των ΗΠΑ στη δεκαετία του 1930, σημειώνει ο Γιώργος Λαγαριάς, επικεφαλής οικονομολόγος στη Mazars Wealth Management. Οι πραγματικοί μισθοί μειώνονταν σταθερά μέχρι το 2022, το πιο πρόσφατο έτος με διαθέσιμα στοιχεία στη βάση δεδομένων του ΟΟΣΑ, και υπολείπονται κατά 30% από τα προ της οικονομικής κρίσης επίπεδα, αφήνοντας τη χώρα με έναν από τους χαμηλότερους μέσους μισθούς μεταξύ των ανεπτυγμένων οικονομιών.
Ο κατασκευαστικός τομέας — ένας σημαντικός μοχλός ανάπτυξης πριν από την κρίση — έχει σχεδόν αφανιστεί. Οι επενδύσεις σε κατοικίες, που αντιπροσώπευαν πάνω από το 10% του ΑΕΠ στο απόγειο της φούσκας του 2008, έχουν έκτοτε βυθιστεί στο 2% του ΑΕΠ, το χαμηλότερο μερίδιο μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης. Όπως λέει ο Derrien της BNP: «Η Ελλάδα έχει πλέον ένα λιγότερο μη ισορροπημένο μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης — κάτι που είναι θετικό — αλλά η πτώση της κατασκευαστικής δραστηριότητας δεν έχει ακόμη εξισορροπηθεί πλήρως από την επέκταση σε νέους τομείς».
Υπάρχουν επίσης ανησυχίες για τις μακροπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές της χώρας. Ο Λαγαριάς υποστηρίζει ότι η ανάπτυξη με περιορισμένη μόχλευση (financial leverage) – όπως είναι η περίπτωση της Ελλάδας – θα παραμείνει υποτονική και προβλέπει ότι θα χρειαστούν πολλά χρόνια «επίμονων μεταρρυθμίσεων» για να επιστρέψει η Ελλάδα στο σημείο που ήταν το 2007. Χαμηλές επενδύσεις και υποτονική παραγωγικότητα επίσης συνεχίζουν να περιορίζουν τις οικονομικές δυνατότητες της Ελλάδας, σύμφωνα με τον Derrien.
Στην τελευταία του έκθεση για τη χώρα, το ΔΝΤ ανέφερε επίσης την κλιματική αλλαγή ως κίνδυνο – καθώς το 90% των υποδομών του τουρισμού και το 80% των βιομηχανικών δραστηριοτήτων βρίσκονται σε περιοχές που είναι εκτεθειμένες σε υψηλούς κλιματικούς κινδύνους — και στα ολοένα πιο θλιβερά δημογραφικά στοιχεία.
Οι γεννήσεις στην Ελλάδα μειώθηκαν σε χαμηλό ενενήντα ετών το 2022, επιδεινώνοντας τη γήρανση και συρρικνώνοντας τον πληθυσμό καθώς πολλοί νέοι εγκαταλείπουν τη χώρα κάθε χρόνο.
Συνολικά, καταλήγει το άρθρο των Financial Times, «η οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας θα πρέπει να γιορτάζεται, αλλά πρέπει να την εξετάζουμε στο πλαίσιο της σημαντικής οικονομικής κρίσης που άφησε τη χώρα σε μια τρύπα, για να βγει από την οποία μπορεί να χρειαστεί μια ολόκληρη γενιά».